Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε γεννήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 1809 στη Βοστόνη και ήταν Αμερικάνος ποιητής και πεζογράφος. Ήταν επίσης σπουδαίος λογοτέχνης με το έργο του να αποτελεί σημαντική επίδραση στη παγκόσμια λογοτεχνία. Ακόμα αποτέλεσε θεμέλιο λίθο για την εξέλιξη σύγχρονων λογοτεχνικών ειδών, όπως η αστυνομική λογοτεχνία, οι ιστορίες τρόμου και φαντασίας.
Ήταν γιος ηθοποιών και είχε άλλα δυο αδέλφια, τον Ουίλλιαμ και την Ρόζαλι. Τον Ιούλιο του 1811 ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια του και πέθανε πέντε μήνες αργότερα, ενώ η μητέρα του πέθανε από φυματίωση στις 8 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Μετά το θάνατο της μητέρας του, ο Έντγκαρ έζησε στο σπίτι του έμπορου καπνού Τζον Άλλαν στην πόλη Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια.
Το 1815, η οικογένεια Άλλαν μετακόμισε στη Σκωτία και κατέληξαν στην Αγγλία όπου έμειναν για πέντε χρόνια. Σε αυτό το χρονικό διάστημα ο Έντγκαρ φοίτησε σε δυο αγγλικά σχολεία κοντά στο Λονδίνο. Επιστρέφοντας στο Ρίτσμοντ, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια το 1826 όπου έμεινε μόνα ένα χρόνο.
Ένα από τα πάθη του ήταν η χαρτοπαιξία και αυτός ήταν ο λόγος που ήρθε σε ρήξη με τον πατριό του. Τελικά εγκατέλειψε το σπίτι των θετών γονιών του και το 1827 κατατάχθηκε στον αμερικάνικο στρατό. Στη προσπάθεια του να εισέλθει στον στρατό, συμπλήρωσε την αίτηση με ψευδά στοιχεία, αναφέροντας πως είναι 22 ετών ενώ ήταν 18. Το ίδιο έτος, δημοσίευσε τη πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Ταμερλάνος ενώ το δεύτερο ποιητικό του βιβλίο εκδόθηκε το 1829 με τίτλο Al Aaraaf. Επίσης το 1829, με την υποστήριξη του πατριού του, έκανε αίτηση εγγραφής στην στρατιωτική ακαδημία του Ουέστ Πόιντ. Το 1833, βραβεύτηκε για το διήγημα του Χειρόγραφο σε ένα μπουκάλι και αυτό ήταν το γεγονός που του εξασφάλισε μια πρώτη αναγνώριση σε ένα περιορισμένο λογοτεχνικό κύκλο.
Τον Δεκέμβριο του 1835, άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα Southern Literary Messenger στη πόλη του Ρίτσμοντ. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την δεκατριάχρονη ξαδέλφη του Βιρτζίνια, η οποία στο πιστοποιητικό του γάμου τους ψευδώς αναφερόταν ως είκοσι ετών. Το 1838, εκδόθηκε η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ ενώ το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου μετακόμισε στη Φιλαδέλφεια και ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός συντάκτη στο Burton’s Gentleman’s Magazine. Δημοσιεύοντας όλο και περισσότερα άρθρα γινόταν ακόμη πιο γνωστός.
Στις 20 Ιανουαρίου 1842, η σύζυγος του ξεκίνησε να δείχνει δείγματα φυματίωσης με αποτέλεσμα το Έντγκαρ να καταφύγει στο ποτό. Αφού εγκατέλειψε και τη τελευταία θέση ως συντάκτης επέστρεψε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε στην εφημερίδα Evening Mirror ως συντάκτης. Το 1845 εκδόθηκε ένα από τα πιο γνωστά του έργα, το Κοράκι.
Τον Ιανουάριο του 1847 η σύζυγος του πέθανε και τον επόμενο χρόνο αρραβωνιάστηκε την ποιήτρια Σάρα Έλεν Ουίτμαν. Όμως ο γάμος τους δεν τελέστηκε ποτέ εξαιτίας του εθισμού που είχε ο Έντγκαρ με το ποτό. Αργότερα, επέστρεψε στο Ρίτσμοντ και αρραβωνιάστηκε την Σάρα Ελμίρα Ρόουστερ.
Στις 27 Σεπτεμβριου 1849, ο Έντγκαρ έφυγε για τη Φιλαδέλφια. Έξι μέρες μετά βρέθηκε από τον Τζόζεφ Γουόλκερ σε μια ταβέρνα. Ο ίδιος ανέφερε στον γιατρό του Πόε, πως όταν τον συνάντησε φορούσε ότι χειρότερο μπορούσε. Ο σπουδαίος ποιητής και συγγραφέας με δυσκολία διατηρούσε τα λογικά του, ενώ κατά διαστήματα παραληρούσε. Αν και ο Poe ήταν πάντοτε κομψά ντυμένος με χειροποίητα κοστούμια, στις 3 Οκτωβρίου φορούσε φθηνά, σχεδόν κουρελιασμένα ρούχα. Ο Δρ Σνοντγκρας και ο θείος του Έντγκαρ, Henry Herring, φαντάστηκαν ότι ήταν μεθυσμένος και αποφάσισαν να τον πάνε στο Washington College Hospital. Κατά τη διάρκεια των επόμενων 6 ημερών, βρισκόταν σε ένα ντελίριο, πατούσε δειλά στη συνείδησή του για λίγα δευτερόλεπτα κι αμέσως μετά χανόταν. Ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τι είχε συμβεί.
Στις 3 Οκτωβρίου του 1849, ο πατέρας της λογοτεχνίας μυστηρίου, Edgar Allan Poe βρίσκεται στα 40 του χρόνια σχεδόν αναίσθητος σε ένα δρόμο στην Βαλτιμόρη. Τέσσερις ημέρες αργότερα θα πεθάνει στο νοσοκομείο. Την νύχτα της 6ης Οκτώβρη, άρχισε να φωνάζει το όνομα Reynolds, αλλά κανείς από όσους βρίσκονταν στο νοσοκομείο δεν γνώριζαν ποιον εννοούσε. Το πρωί της 7ης Οκτωβρίου ψιθύρισε «Κύριε βοήθα τη φτωχή μου ψυχή» και πέθανε.
Στο πτώμα του δεν έγινε καμιά νεκροψία και ως αιτία θανάτου υπεδείχθη η συμφόρηση του εγκεφάλου. Στο μουσείο του Πόε, υπάρχουν 15 διαφορετικές θεωρίες οι οποίες σχετίζονται με τα γεγονότα γύρω από τον θάνατο του, από το 1857 μέχρι το 1999. Σύμφωνα με τη βιογραφία του Τζον Θόμσον η πιο διαδεδομένη αιτία θανάτου ήταν πως ο Έντγκαρ, βρέθηκε σε μια ταβέρνα, όπου είχαν στηθεί κάλπες για τις εκλογές, απήχθη από μια συμμορία και σε μια αίθουσα που ονομαζόταν «κοτέτσι» αναγκάστηκε να ψηφίσει επανειλημμένα, αφού προηγήθηκε ξυλοδαρμός και κατάποση λικέρ δια της βιας.
Το 1996, οι γιατροί στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ Σέντερ καταλήγουν σε μία ακόμη θεωρία για το θάνατο του. Τη λύσσα. Ο καρδιολόγος Δρ Μίκαελ Μπενίτεθ εντόπισε αρκετά συμπτώματα ήταν ίδια με αυτά της λύσσας: παραληρούσε, ήταν τρομαγμένος, έπεσε σε κώμα, εμφανίστηκε ήρεμος, στη συνέχεια παραληρούσε ξανά και έγινε επιθετικός.