Οι Ερινύες σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ήταν χθόνιες θεότητες οι οποίες κυνηγούσαν όσους είχαν πράξει όλων των ειδών εγκλήματα. Είτε ήταν φυσικών είτε ηθικών περιπτώσεων.
Κατά τον Ησίοδο, οι Ερινύες γεννήθηκαν από το αίμα του Ουρανού με σκοπό να εκδικηθεί ο ίδιος για τον ευνουχισμό που του προκάλεσε ο γιος του Κρόνος. Αντίστοιχα, κατά τον Αισχύλο ήταν κόρες του Άδη και της Νύχτας ενώ ο Σοφοκλής αναφέρει πως ήταν κόρε της Γης και του Σκότους.
Ενώ αρκετά ιστορικά πρόσωπα δεν μπορούν να αναφέρουν τον συγκεκριμένο τους, ο Ευριπίδης σε ένα από τα δράματα του αναφέρει τις εξής: Την Αληκτώ, όπου ήταν ο ανθρωπομορφισμός της οργής και της μανίας, τη Μέγαιρα, που συμβόλιζε το μίσος και τον φθόνο και την Τισιφόνη που συμβόλιζε την εκδίκηση και τον φόνο.
Τα κεφάλια των Ερινυών ήταν τυλιγμένα με φίδια, και γενικότερα όλη η εμφάνισή τους ήταν φρικιαστική και απωθητική. Συνήθως απεικονίζονται με αστραφτερό βλέμμα, μαύρες στην όψη, αποπνέουσες καταστρεπτικό πυρ, αλλά και με φτερά φέρουσες μαύρες εσθήτες. Έμεναν στον Άδη απ’ όπου και αναλάμβαναν την εκτέλεση των ποινών που έθεταν οι κριτές του Άδη και της Δίκης στους ανθρώπους, ακόμα και πέραν του τάφου τους, γι’ αυτό επί των φονέων αποκαλούνταν ως θεότητες “Επίκουροι της Δίκης”.
Στα χέρια τους έφεραν συνήθως αναμμένες δάδες, για να διαλύουν τα σκότη που ευνοούσαν ή κάλυπταν τα διαπραχθέντα εγκλήματα, καθώς και μαστίγιο, το οποίο έφερε φίδια, ως όπλο κατά των δραστών. Στη μέση τους έφεραν ζώνη δίνοντας την όψη Μαινάδων, και γι’ αυτό επίσης ονομάζονταν και “Βάκχες τoυ Άδη”.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, όταν έπιαναν τον κατηγορούμενο τον βασάνιζαν με τις τύψεις και τελικά τον τιμωρούσαν με φρικιαστικό θάνατο. Του έκοβαν το κεφάλι, του έβγαζαν τα μάτια και έκαιγαν τη σάρκα του με τη καυτή πνοή τους. Υπήρχαν και περιπτώσεις όπου τιμωρούσαν με παιχνίδια του μυαλού. Προκαλούσαν υστερία, τρέλα, σύγχυση και μανία. Έτσι θόλωναν το μυαλό του ανθρώπου κάνοντας τον να αυτοκτονήσει.
Από τις πιο γνωστές καταδιώξεις των Ερινυών αναφέρεται εκείνη κατά του μητροκτόνου Ορέστη που ερχόμενος στην Αθήνα δικάστηκε από τον Άρειο Πάγο ως φονιάς, έχοντας συνήγορό του τον θεό Απόλλωνα, ενώ η θεά Αθηνά προεδρεύει των δικαστών. Στην ισοψηφία που ακολούθησε η Αθηνά έδωσε την ψήφο της υπέρ της αθώωσης του ήρωα. Τότε αναφέρεται πως οι Ερινύες οργίστηκαν και κατά της Αθηνάς και κατά της πόλεως και για να τις εξευμενίσουν οι Αθηναίοι ίδρυσαν “Ιερό Ευμενίδων” πλησίον του Αρείου Πάγου, τις δε δίκες περί φόνου να τις εκδικάζει ο Βασιλεύς.