Στον γαελικό μύθο, το Cailleach, είναι ένα θειικό χάγκι το οποίο σχετίζεται με τη δημιουργία και τον καιρό του χειμώνα. Η κυριολεκτική μετάφραση αυτού του ονόματος σημαίνει ηλικιωμένη γυναίκα και βρίσκεται με τη σημασία της στη σύγχρονη ιρλανδική και σκωτσέζικη γαελική. Μύθοι για αυτό το πλάσμα έχουν καταγραφεί σε αρκετές μυθολογικές και λαογραφικές φιγούρες της Ιρλανδίας, της Σκωτίας και στη νήσο του Μαν. Η λέξη που αρχικά αναφέρεται πριν διαχωριστεί σε λαογραφίες βρίσκει τα συστατικά τις στους όρους cailleach – dhubh που σημαίνει μοναχή και cailleach – oidhche που σημαίνει μάντισσα. Η ιρλανδική ετυμολογία της λέξης προέρχεται από τα συστατικά cailleach feasa που σημαίνει σοφή γυναίκα και cailleach phiseogach που σημαίνει μάγισσα. Οι σχετικές λέξεις περιλαμβάνουν το γαελικό caileag και το ιρλανδικό cailin που σημαίνει νεαρή γυναίκα.
Στη Σκωτία είναι γνωστή ως Beira, μητέρα των θεών και βασίλισσα του χειμώνα ενώ στην Ιρλανδία αναφέρεται ως The Hag of Beara. Το Σκωτσέζικο όνομα, της δόθηκε από τον λαογράφο του 20ου αιώνα Donald Alexander Mackenzie όπου αναφέρει ότι έφτιαξε πολυάριθμα βουνά και μεγάλους λόφους όταν διέσχιζε τη στεριά ρίχνοντας κατά λάθος πέτρες από το κύπελλο της.
Επίσης, λέγεται ότι σκόπιμα σχημάτισε βουνά για να μπορεί να τα χρησιμοποιεί ως σκαλοπάτι της και πως με ένα σφυρί που κουβαλούσε διαμόρφωσε τους λόφους. Η μορφή της έχει καταγραφή σαν μια μονόφθαλμη γίγαντα με λευκά μαλλιά, σκούρο μπλε δέρμα και δόντια στο χρώμα της σκουριάς. Σκοπός της ήταν να φυλάει τα ελάφια, να πολεμάει την άνοιξη χρησιμοποιώντας το ραβδί της για να παγώνει το έδαφος. Σύμφωνα με τον Mackenzie, η μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου σήμαινε το τέλος της βασιλείας της βασίλισσας του χειμώνα. Τότε, επισκεπτόταν το Πηγάδι της Νεότητας και αφού έπινε το μαγικό του νερό γινόταν νεότερη μέρα με τη μέρα.
Στη Σκωτία είναι επίσης γνωστές ως Storm Hags, και θεωρούνται ως προσωποποιήσεις των στοιχειωδών δυνάμεων της φύσης ειδικά αν πρόκειται για μια καταστροφική πτυχή. Αντίστοιχα, στη δυτική ακτή της Σκωτίας, η Cailleach εγκαινιάζει τον χειμώνα πλένοντας το μεγάλο της κάρο στον κόλπο του Corryvreckan. Η διαδικασία αυτή αναφέρεται πως θα διαρκέσει τρεις μέρες κατά την διάρκεια των οποίων ο βρυχηθμός της επερχόμενης καταιγίδας ακούγεται σε απόσταση έως 32 χλμ. στην ενδοχώρα. Όταν τελειώσει αυτή η διαδικασία, το κάρο της είναι κατάλευκο και το χιόνι σκεπάζει τη γη.
Στη Σκωτία και αλλά και στην Ιρλανδία, όταν ο πρώτος αγρότης ολοκλήρωνε τη συγκομιδή των σιτηρών, έφτιαχνε ένα κουκλάκι καλαμποκιού όπου λεγόταν πως αντιπροσώπευε το Cailleach. Μετέπειτα, πετούσε στο χωράφι ενός γείτονα το κουκλάκι που ακόμα δεν είχε τελειώσει τη συγκομιδή των σιτηρών του. Έτσι, ο τελευταίος αγρότης που θα ολοκλήρωνε είχε την ευθύνη να φροντίζει το κουκλάκι για τον επόμενο χρόνο.