Τα gargoyles είναι αγάλματα που έχουν βρεθεί να κοσμούν την Παναγία των Παρισίων και όχι μόνο. Είναι μια αρχιτεκτονική κατασκευή που έχει σχεδιαστεί και στολίζει τη πλευρά ενός κτηρίου. Όμως, η αρχική του χρήση ήταν η προστασία του οικοδομήματος από την υγρασία και τη διάβρωση.
Προέρχεται από τη λέξη gargouille, η οποία σημαίνει λαιμός ή οισοφάγος και από το ρήμα garganiser που σημαίνει γαργάρα.
Στην αρχαία ελληνική ναοδομία τα gargoyles ήταν κατασκευασμένα από πηλό ή και μάρμαρο. Συνήθως είχαν τη μορφή Σειληνού, γοργόνας ή κεφαλή λιονταριού.
Ο πρόγονος αυτών των αγαλμάτων θεωρούνται οι λεοντοκεφαλές που συναντάμε στην αρχαία Αίγυπτο αλλά και σε υδρορροές αρχαίων ελληνικών ναών, όπως είναι ο ναός του Δία στην αρχαία Ολυμπία.
Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, συναντάμε gargoyles σε διάφορα δημόσια κτήρια, ενώ την περίοδο του μεσαίωνα βλέπουμε τα πιο γνωστά αγάλματα να στολίζουν την Παναγία των Παρισίων.
Η χρήση των gargoyles, πέρα από πρακτική χρήση είχαν και μεταφορική ερμηνεία. Σε κάποιες περιπτώσεις θεωρούνταν πως στόλιζαν τις εκκλησίες γιατί δεν μπορούσαν να μπουν μέσα ενώ σε κάποιες άλλες περιπτώσεις ακριβώς το αντίθετο. Δηλαδή, πως βρίσκονται στο εξωτερικό τους καθώς αποτρέπουν το κακό να εισέλθει μέσα. Η ιδέα ήταν πως οι τρομακτικές τους όψεις θα τρόμαζαν τους δαίμονες. Η χρησιμότητα τους ήταν ουσιαστικά να μεταδώσουν στους αναλφάβητους χωρικούς της εποχής εκείνης την έννοια του αποτρέπω το κακό να εισέλθει στον ναό και να κρατηθούν μακριά από τους τοίχους της εκκλησίας.
Ένας από τους πιο διάσημους μύθους για αυτά τα αγάλματα είναι το γαλλικός θρύλος του La Gargouille, ενός πλάσματος που έμοιαζε με δράκο και τρομοκρατούσε την πόλη την Rouen τον 7ο αιώνα. Σύμφωνα με την ιστορία το τέρας ζούσε στον ποταμό Σηκουάνα, καταβρόχθιζε πλοία και πλημμύριζε τη πόλη με τη πύρινη ανάσα του. Οι κάτοικοι της πόλης ζούσαν υπό τον συνεχή φόβο του μέχρι που ένας ιερέας, ο Romanus, προσφέρθηκε να σκοτώσει αυτό το πλάσμα με αντάλλαγμα με μεταστροφή της πόλης προς τον χριστιανισμό. Υπέταξε το θηρίο κάνοντας το σημάδι του σταυρού, το οδήγησε πίσω στη πόλη όπου και κάηκε. Παρόλο που το πλάσμα είχε καεί ολόκληρο, το κεφάλι και ο λαιμός του είχαν ανοσία στις φλόγες. Έτσι, τοποθετήθηκαν στην εκκλησία της πόλης για να υπενθυμίζουν στον λαό τη νίκη του καλού ενάντια στο κακό.