Η Marguerite Durand γεννήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 1864 και πέθανε στις 16 Μαρτίου 1936. Ήταν ηθοποιός, κορυφαία σουφραζέτα και δημοσιογράφος. Στάλθηκε για σπουδές σε ένα ρωμαιοκαθολικό μοναστήρι και αφού τέλειωσε τη πρωτοβάθμια εκπαίδευση, μπήκε στο Ωδείο του Παρισιού, πριν ενταχθεί στη Comedie Francaise, όπου ήταν η παλαιότερη ενεργή θεατρική ομάδα στον κόσμο.
Το 1888, παράτησε τη καριέρα της στο θέατρο για να παντρευτεί έναν ανερχόμενο δικηγόρο, τον Georges Laguerre. Ο σύζυγός της ήταν φίλος και πολιτικός οπαδός του στρατηγού George Boulanger, έτσι τη μύησε στον κόσμο της ριζοσπαστικής λαϊκίστικής πολιτικής και την ενέπλεξε στη συγγραφή φυλλαδίων για το κίνημα των Μπουλλαγγιστών. Ο γάμος τους δεν έμελλε να κρατήσει πολύ αφού το 1891 το ζευγάρι πήρε διαζύγιο.
Λίγο μετά η Durand έπιασε δουλειά στη τότε κορυφαία εφημερίδα της εποχής, Le Figaro. Το 1896, η εφημερίδα την έστειλε να καλύψει το Διεθνές Φεμινιστικό Συνέδριο έτσι ώστε να γράψει ένα χιουμοριστικό άρθρο. Έφυγε από την εκδήλωση έχοντας αλλάξει. Τον επόμενο χρόνο, ίδρυσε μια φεμινιστική καθημερινή εφημερίδα, τη La Fronde, όπου πήρε το όνομα της από τη σφεντόνα που χρησιμοποίησε ο Δαυίδ για να σκοτώσει τον Γολιάθ, για να συνεχίσει αυτό που σταμάτησε η La Citoyenne του Hubertine Auclert.
Η εφημερίδα όπου ίδρυσε η Durand διευθύνεται αποκλειστικά από γυναίκες, υποστηρίζοντας τα δικαιώματα τους συμπεριλαμβανομένης της εισδοχής τους στον δικηγορικό σύλλογο στην Ecole des Beaux Arts. Ζητούσε να επιτρέπεται στις γυναίκες να συμμετάσχουν στις κοινοβουλευτικές συζητήσεις και το 1910 προσπάθησε να οργανώσει γυναίκες υποψήφιες για να διεκδικήσουν τις βουλευτικές εκλογές. Ωστόσο εκείνη θεώρησε πως η προεδρική υποψηφιότητα της Marie Denizar το 1913, ήταν ένα ατυχές αστείο το οποίο ήταν επιζήμιο για την αξιοπιστία του φεμινιστικού κινήματος.
Μέχρι το 1903, η εφημερίδα La Fronde, αντιμετώπιζε την οικονομική καταστροφή. Για λόγους όπου δεν απαντήθηκαν η Durand, απάντησε σε μια έκκληση από μια αποτυχημένη εφημερίδα του Henri Berenger και του Victor Charbonnel για συγχώνευση των πόρων. Οι δυο εφημερίδες έμειναν σε ισχύ έως το 1905. Τότε εκείνη εξέφρασε τη λύπη της που είχε αναγκαστεί να συμφωνήσει στη συγχώνευση.
Η ίδρυση και η λειτουργία της εφημερίδας της την έφερε σε επαφή με το ζήτημα των εργαζομένων και των συνδικάτων. Οι νόμοι που υποτίθεται προστάτευαν τις γυναίκες, απαγόρευαν την νυχτερινή εργασία και κατέστησαν παράνομο μια πρωινή εφημερίδα να απασχολεί γυναίκες στοιχειοθέτες. Ενώ διεκδίκησε το ζήτημα, δεν έλαβε καμία υποστήριξη. Τότε ίδρυσε την Ένωση Γυναικών Τυπογράφων όπου έγινε δεκτή στο Labor Exchange στις 3 Φεβρουαρίου 1900 και τον πρώτο γυναικείο συνεταιρισμό, Women Printers Cooperative Society στις 22 Νοεμβρίου 1900.
Το 1900 στο Παρίσι, στη Παγκόσμια Έκθεση, οργάνωσε το Συνέδριο για τα Δικαιώματα των Γυναικών. Αργότερα ίδρυσε μια θερινή κατοικία στη περιοχή Picardy, για γυναίκες δημοσιογράφους ενώ μετέπειτα στράφηκε στον ακτιβισμό για τις εργαζόμενες γυναίκες διοργανώνοντας πολλές συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Εξαιτίας της συμβολής της στο κίνημα της ψήφου των γυναικών ονομάστηκε προς τιμήν της η Bibliothèque Marguerite Durand όπου λειτουργεί ως εξειδικευμένη δημόσια βιβλιοθήκη. Κατά τη διάρκεια της ζωής της συνέταξε μια τεράστια συλλογή από έγγραφα που έδωσε στην κυβέρνηση το 1931.